28.2.06

Εγώ να βιάζομαι; Ποτέ!

Ήμουν στην οδό Βουλής και βιαζόμουν πολύ. Μόλις είχα εγκαταλείψει την πολύτιμη θέση μου στο πάρκινγκ και έκανα σαν τρελός, γιατί ως συνήθως είχα ξεκινήσει καθυστερημένος.
Έβαλα την ζώνη ασφαλείας μου και ήμουν έτοιμος για το ράλι. Δεν θα είχα κάνει ούτε 20 μέτρα, όταν το προπορευόμενο αυτοκίνητο, ένα ΟΡΕL της δεκαετίας του Ά70, σταμάτησε μπροστά μου.
Πάτησα το φρένο εκνευρισμένος.
Δεν κορνάρουμε, γιατί είμαστε πολιτισμένοι. Ετσι δεν είναι;
-Hρέμησε Μάνο! Θα ξεκινήσει. Σκέφτηκα.
Λάθος σκέψη.
Από το σταματημένο αυτοκίνητο βγήκε ?από την θέση του συνοδηγού- μια γιαγιά ... ολίγον ψωμωμένη, αλλά γιαγιά.
Αυτό παίρνει ώρα.
-Ηρέμησε Μάνο.
Με την βοήθεια του Θεού βγήκε η γιαγιά. Μόλις βγήκε ήταν η σειρά του οδηγού να βγεί.
Ο άνδρας της.
Ένας παππούς γύρω στα 80.
-Μα γιατί δεν ξεκινάει; σκέφτηκα.
Δεν ξεκινούσε γιατί έπρεπε να αδειάσει το πορτμπαγκάζ.
-Όχι, Θεέ μου.
Προφανώς είχαν πάει για ψώνια σε κάποιο super market. Το πορτ-μπαγκάζ ήταν τίγκα στις σακούλες, σε μπουκάλια εμφυαλωμένο νερό, σε κουτιά.
Η γιαγιά προσπάθησε να βοηθήσει.
-Κάτσε εσύ εκεί! της είπε ο παππούς και άρπαξε δυο τσάντες με τρόφιμα, τις άφησε στο πεζοδρόμιο, μετά άλλες δυο. Η γιαγιά έκανε να βοηθήσει...
-Κάτσε εκεί σου είπα Ελένη! της είπε ο παππούς. «Θα τα μεταφέρω εγώ.»
Το πόδι μου απομακρύνθηκε από το γκάζι....
-Ηρέμεισε! μου είπε το μέσα μου. δυο ηλικιωμένοι άνθρωποι προσπαθούν να επιβιώσουν στην πόλη-τέρας.
Μην κορνάρεις Μάνο!
Μπράβο αγόρι μου!
Ο παππούς συνέχισε να κουβαλά σακούλες και βαριά κιβώτια με νερό. Κάποια ευλογημένη στιγμή τέλειωσε.
-Θα ξεκινήσει! σκέφτηκα.
Πάλι λάθος ιδέα.
Ο παππούς έπρεπε να ξαποστάσει. Φυσικό ήταν.
Θυμήθηκα τον πατέρα μου, που έκανε το ίδιο, και πόσο πολύ βιαζόταν για να μην κάνει τους άλλους να περιμένουν, αλλά πολύ γρήγορα λαχάνιαζε και ήθελε το ένα λεπτουδάκι του για να ξαποστάσει, όπως ακριβώς ο παπούς μπροστά μου!
-Αντε πήγαινε, παιδάκι μου! του είπε η γυναίκα του...
-Πάω! Ασε να πάρω μια ανάσα !
Πήγε σιγά-σιγά στην θέση του οδηγού ...
Γύρισε και με κοίταξε με απολογητικό βλέμμα.
Του έκανα νόημα!
-Δεν πειράζει! Δεν βιάζομαι!
Το παλιό OPEL ξεκίνησε αγκομαχώντας. Η γιαγιά έμεινε να φυλάει τα ψώνια, περνώντας μου χαμογέλασε, της χαμογέλασα κι εγώ.
Κοίταξα το ρολόι μου.
Αποκλειόταν να είμαι στην ώρα μου.
Ε, και;

6 σχόλια:

herinna/ είπε...

Πόλη μονάχη, πόλη αφρισμένη των βαρεμένων.
Καλά και υπάρχουν οι ιππότες που πάντα, σε όποιο μέρος, σε ξαφνιάζουν ευχάριστα. Όταν ένας οδηγός σταματά και μου κάνει νόημα "πέρασε", μονίμως πεζή εγώ, αισθάνομαι σαν άνθρωπος που η ζωή του μετράει και για κάποιον άλλο. Αισθάνομαι πως στη ζούγκλα που ζω, υπάρχουν άτομα που κουβαλάνε μέσα τους τον πολιτισμό. Σπάνια το θυμάμαι αυτό. Όταν ένας βιαστικός οδηγός δεν αποβάλει εξαιτίας αυτού τα τρυφερά του αισθήματα για τους ανθρώπους, αισθάνομαι πως όλα είναι θέμα εστιασμού. Μ' έκανες να εστιάσω στην ομορφιά της ανθρώπινης ψυχής Μάνο, και σ' ευχαριστώ γι' αυτό. Μου χρειαζόταν.

vatraxokoritso είπε...

καμια φορα βιαζομαστε αλλα συνηθως οταν αργουμε φτανουμε την πιο σωστη ωρα στον προορισμο μας..
καλημερα..

YO!Reeka's είπε...

Μπράβο ρε! Κι εγώ το ίδιο θα είχα κάνει, ειδικά για τους ηλικιωμένους. Τρελαίνομαι με τους ταρίφες μονο χαχαχαχα

Stathis είπε...

Σ αυτή την τρέλλα που ζούμε , το να περιμένεις το συνάνθρωπό σου έχει καταντήσει δυστυχώς πολυτέλεια. Εδώ καταπατούνται τα αυτονόητα, σε πατάει το μηχανάκι πάνω στο πεζοδρόμιο και μετά σε βρίζει κι από πάνω,έχει πράσινο ο πεζός αλλά πρέπει να περιμένει να περάσουν πρώτα τα αυτοκίνητα κοκ.¶σε που τα πεζοδρόμια έχουν μετατραπεί σε parking.
Ο ελληνικός ΚΟΚ είναι ο εξής: Πρώτα οι νταλίκες, μετά τα φορτηγά , μετά τα αυτοκίνητα , μετά τα μηχανάκια και τελευταίοι οι πεζοί.

Ανώνυμος είπε...

ΠΕΡΙΣΥ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΕΙΧΑ ΠΑΕΙ ΣΤΟ ΛΕΓΟΜΕΝΟ ΠΑΡΤΥ ΣΤΟΝ ΑΡΔΑ. ΣΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΒΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΟΡΕΣΤΙΑΔΑΣ. ΗΜΟΥΝ ΧΑΛΑΡΗ. ΓΙΑ ΒΟΛΤΑ ΕΙΜΟΥΝ ΕΚΕΙ ΟΥΤΩΣ Η ΑΛΛΩΣ. ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ ΟΥΤΕ ΜΙΑ ΜΟΥ ΣΥΝΑΛΛΑΓΗ ΜΕ ΝΤΟΠΙΟΥΣ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΜΟΥ ΠΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΠΡΟΚΑΛΕΣΑ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΑΤΑΚΑ: ΣΙΓΑ. ΜΗ ΒΙΑΖΕΣΑΙ.
ΚΑΘΕ ΗΛΙΚΙΑΣ ΚΑΤΟΙΚΟΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΟΥ ΤΟ ΕΛΕΓΕ.
ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΟΚΑΡΙΣΤΗΚΑ. ΤΟ ΣΚΕΦΤΗΚΑ ΠΟΛΥ. ΣΤΕΝΑΧΩΡΗΘΗΚΑ ΚΑΙ ΛΙΓΟ ΠΟΥ Η ΖΩΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΕ ΕΧΕΙ ΣΤΙΓΜΑΤΗΣΕΙ ΤΕΛΙΚΑ.
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΩ ΞΕΠΕΡΑΣΕΙ ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΚΑ ΟΤΑΝ ΝΟΜΙΖΑ ΠΩΣ ΕΙΧΑ ΗΡΕΜΗΣΕΙ ΚΑΙ ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΑ ΤΙΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΠΑΛΙ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΠΡΟΚΑΛΟΥΣΑ.
ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΗ ΦΑΣΗ ΠΟΥ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙΣ, ΘΑ ΕΙΧΑ ΚΑΤΕΒΕΙ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΩ ΜΟΝΟ ΚΑΟ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΜΕ ΠΙΟ ΓΡΗΓΟΡΑ...
ΜΕ ΛΥΠΑΜΕ ΛΙΓΟ...

Ανώνυμος είπε...

ΜΕ ΛΥΠΑΜΑΙ ΜΑΛΛΟΝ ΚΑΛΥΤΕΡΑ