4.9.06

Οι αλλες γραμμες

Αυτό το γράφω απο την Πάρο.
Είναι 06.13 το πρωί.
Σ’αυτο το δωμάτιο έχω περάσει μερικές από τις ωραιότερες μέρες της ζωής μου.
Δεν είναι το σπίτι μου, αλλά το νιώθω σαν το σπίτι μου.
Εδώ είναι οι φίλοι μου.
Η ασφάλεια μου.
Εδώ είναι το τοπίο.
Η σιγουριά μου.
Τα πιτσιρίκια, που τα βλέπω να μεγαλώνουν από την ημέρα που γεννήθηκαν, γκρινιάζουν και διεκδικούν τα πάντα.
Θυμώνω και τους βάζω τις φωνές.
Λουφάζουν.
Μετανιώνω. Αν δεν τα διεκδικήσουν τώρα απο μας τους μεγάλους, πότε θα τα δικεκδικήσουν; Οταν γίνουν και αυτοί μεγάλοι; Χαχαχαχα! Μη λέμε μαλακίες.

Τραγούδαγε στη δεκαετία του ’70 ο μεγάλος Σταύρος Λογαρίδης (μαζί με τους Poll):

Εσυ γέρο που μιλάς/
Χωρίς να σκέφτεσαι εμάς/
Σκέψου λίγο τι εχεις κάνεις/
Οταν ήσουνα παιδί/
Ειχες κάποιον να σου πει/
ότι αυτό είναι σωστό ή λάθος/
Και συ θύμωνες γι’ αυτο/
Και λεγες «για το Θεό»/
Πείσμωνες στην γνώμη σου με πάθος/

Και ‘φτιαξα τραγουδι αυτο/
Για να δεις πως σ΄αγαπώ/
Μληπως έτσι καταλάβεις, γέροοοοοο/
Αν ρωτήσεις θα σου πω το μεγάλο μυστικο:/
Της ζωής τον οδηγό, τον ξέρω!/

(πολύ ποπ, αλλά πολύ αληθινό!)

Πήγα για ύπνο νωρίς (για τα μέτρα μου): Στη 01.00
Ξάπλωσα. Ημουν πολύ κουρασμένος. Είμαι πολύ κουρασμένος αυτη την εποχή.
Ξαφνικά γύρω στις 02.30 άνοιξα τα μάτια μου.
Αυτό το καλοκαίρι 3 φορές ένιωσα τη γη να φεύγει από τα πόδια μου. Κλείστηκα στο μικρό μου γραφείο. Κάθισα μπροστά στον υπολογιστή.Εγραψα...έγραψα... έγραψα... Κανείς δεν τα διάβασε. Δεν τα έγραψα γι’ αυτο άλλωστε. Σερφάρισα. Παρακολουθούσα τους φίλους μου στον blogo-κοσμο, χωρίς εγώ να γράφω λέξη. Εφτιαξα τηλεοπτικά σήματα για σταθμούς που δεν τους τα δώσω ποτέ. Εφτιαξα εκπομπές....σκιτσάρισα... άκουσα τη μουσική που αγαπώ...
Ομως γαμώ την πουτάνα μου, δεν είναι αρκετό.
Ζητησα 3 φορές βοήθεια (όπως το λέω) από 3 ανθρώπους, που έχουμε φάει ψωμί κι αλάτι μαζί και εκείνοι δεν μπήκαν στον κόπο να μου απαντήσουν.

Το «μόνος» εγινε πολύ επικίνδυνο. Αγρίεψε. Δεν μασάω όμως γιατί έχω μείνει 25 χρόνια μόνος, αγαπημένε μου main menu, και η μοναξιά είναι σαν το ποδήλατο. Aσε που συχνά πυκνά είναι και πολύ καβλιάρα.
Οταν όμως 3 διαφορετικοί άνθρωποι δεν αντιδράσουν στο «βοήθεια» τότε καταλαβαίνεις, ότι εκτός από τον αέρα που σε ακουμπάει, τα υπόλοιπα είναι αρχίδια μάντολες και υποτιθέμενες υπάρξεις.
Ξύπνησα λοιπόν με αυτη τη γεύση στο στόμα.

Οι πιτσιρικάδες είχαν κλειδώσει την πόρτα και κοιμόντουσαν του καλού καιρού. Αυριο όλα θα’ναι μια χαρά. Προσπάθησα να ξανακοιμηθώ. Δεν γίνονται αυτά.
Στο iPod, ο Στέλιος τραγουδάει.
«Να σου δωσω μια να σπάσεις, αχ βρε κόσμε γυιάλινε
Και να φτιάξω μια καινούργια, κενωνία άλληνε.»

Ο πατέρας μου, ο Αρχέλαος, έφυγε απ’ αυτον τον κόσμο στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Δεν είμαι καλός στις ημερομηνίες. Εφυγε όπως ήθελε: στον ύπνο του, ευτυχισμένος, δουλεύοντας με την οικογένεια του χαρούμενη...με έρωτα...με αναγνωριση...με εγγόνια....
Είμαι πολύ ικανοποιημένος απ’ αυτο.
Δεν τον έκλαψα ποτέ.
Για να είμαι ειλικρινής, έκανα και μερικά χρόνια να τον σκεφτώ.
Εχει αρχίσει να μου συμβαίνει τώρα τελευταία... κανα-δυο χρόνια.
Ηταν τρομερός καλλιτέχνης.
Τρο-με-ρος.
Ζωγράφιζε και με τα δυο χέρια (αν και βασικά ήταν αριστερόχειρας). Αμφίχειρες λέγονται. Μόνο που εκείνος σκιτσαριζε ή έγραφε και με τα δυο χέρια... ταυτόχρονα. Το ενα σκίτσο αρνητικό και ο άλλο θετικό. Και αν τα έβαζες το ένα πάνω στ’ άλλο ήταν φωτοτυπία.
Κατασκευάζε τα χρώματά του.
Σκιτσάριζε παντού, προσπαθώντας να ξεφύγει από την επίπεδη επιφάνεια του χαρτιού.
Δεν φαντάζεστε πόσο τον καμάρωνα οταν έφτιαχνε γελοιογραφίες ή σκιτσάκια. Τρομερή μηχανή. Πόσες γελοιογραφίες φαντάζεστε καθημερινά; Βάλτε όποιο νούμερο θέλετε... 30-60-90... μέσα θα’στε...
Περνούσε από τον δρόμο, καθώς καθόταν στο παράθυρο, μια μηχανή με χίλια... πόσο την έβλεπε; Δυο δευτερόλεπτα ; Τρία; Αντε τέσσερα... Το βράδυ είχε φτιάξει 15 σκίτσα... Υπέροχα... από όλες τις οπτικές γωνίες... κάθε μιά με διαφορετικά χρώματα....
Μεγάλη καρδιά και με χώρο για όλους τους καλλιτέχνες.
Δεν τον θυμάμαι ποτέ να στράβωσε με δουλειά που του έφερναν δεκάδες νεαροί, που ήθελαν να κάνουν καρτούν ή γελοιογραφίες. Δεν τον θυμάμαι να είπε έστω και μια φορά κακό σχόλιο για δουλειά συναδέλφου του... αντιθέτως θαύμαζε πολλούς: Τον Κώστα Μητρόπουλο, τον αδελφό του Βασίλη (BAS), τον Στάθη, τον ΚΥΡ, τον Σκουλά, την Σχοινά, τον Κώστα Βλάχο.... όλους σας λέω... Απίστευτο.
Οταν βγήκε στην σύνταξη, έκανε την πραγματική δουλειά που ήθελε:
Γελοιογραφικά θεματικά βιβλία: (Οι Φιλιπινέζες, το Νερό-Νεράκι, Οικολογία, κ.λ.π.)
Τα έβαζε μέσα σε κίτρινους μεγάλους φάκελους και ελεγε:
-Τον άλλον μήνα θα το εκδόσω.
Ηταν όμως καλλιτέχνης. Ποτέ (πλήν της δουλειάς του) δεν πούλησε ποτέ σε κανέναν τίποτε. Μόνο ΧΑΡΙΖΕ. Δεν τα εξέδοσε ποτέ (Το όνειρο μου, είναι να τα κάνω κάποτε κινούμενα σχέδια στο ιnternet. Συμφωνείς kaltso;) Κάθε 15 μέρες, λοιπόν, με φώναζε σπίτι, άπλωνε καμμιά 200αριά γελοιογραφίες στην τραπεζαρία και μου τις έδειχνε.
Με εμπιστευόταν, γιατί του έλεγα ευθέως την γνωμη μου, καθώς οι υπόλοιποι (η μάνα μου, οι συγγενείς και φίλοι) τον θαύμαζαν τόσο πολύ, που όλα εξαιρετικά τα εύρισκαν.
Τα κοιτούσα με προσοχή.
Καθόταν στην θέση του και δεν μιλούσε.
Εβγαζα στην άκρη καμμιά 25αριά που δεν μ’αρεσαν.
Σας έγραφα σε προηγούμενο post, ότι δεν υπάρχει καλλιτέχνης που γουστάρει να του κριτικάρουν τη δουλειά του. Ο πατέρας μου δεν ήταν εξαίρεση.
Κατεβαζε τα μουστάκια... και μάζευε τα σκίτσα ψιλο-πληγωμένος.
Δεν ήθελε πολυ για να παρατηρήσει κανείς, ότι τα σκίτσα που είχα ξεχωρίσει, καθώς τα μάζευε, τα έβαζε πάνω-πάνω.
Ερχόμουν καμμιά φορά όταν έλειπε και άνοιγα τους φακέλους.
Είναι πολύ συγκινητικό (για μένα) αλλά είχε πετάξει όλα όσα δεν μ’αρεσαν.
Ετσι κάνουν όλοι όσοι έχουν το ταλέντο στο τσεπάκι τους.
(Ο Πάριος, μου είπε, ότι εκείνη η γενιά, δεν είχε το ταλέντο στο τσεπάκι της, αλλά το’χε ραμμένο πάνω της....)
Μια φορά με φώναξε για να μου δείξει ένα ολοκαίνουργιο βιβλίο.
Δεν θυμάμαι το θέμα, γιατί θυμάμαι κάτι άλλο πιο σημαντικό:
Ηταν ΟΛΑ τα σκίτσα, επιεικώς χάλια.
Δεν είχαν γραμμή...είχαν διορθώσεις (πράγμα απίθανο για τον πατέρα μου)...είχαν έμπνευση...αλλά δεν ήταν καλά φτιαγμένα. Δεν μπορούσε πια να τα φτιάξει.
Σηκώθηκα από το τραπέζι και έκανα να πάω προς την κουζίνα.
-Λοιπόν; με σταμάτησε.
Γύρησα και τον κοίταξα και κοιτάζοντας τον στα μάτια, του είπα γα πρώτη φορά ψέμματα για τη δουλειά του:
-Είναι όλες καταπληκτικές.
Χαμογέλασε, όπως χαμογελούσε κάθε φορά που έκανα κάποια αταξία.

Δεν θα την ξεχάσω ποτέ εκείνη την ημέρα.
Εκείνη την ημέρα είχα παρκαρισμένο στο πεζοδρόμιο, ένα Uno Turbo, που μου είχε δανείσει για μερικές ένας κολλητός μου, που μαζί είχαμε κάνει απίστευτες αηδίες.
Του τηλεφωνησα:
-Μπορώ να το πάω στα όρια του;
Γνωριζόμασταν χρόνια.
-Χρειάζεται; με ρώτησε απαλά.
-Απολύτως, αδελφέ.
-Ε, τότε βάλε τη ζωνη σου και γάμισε του τη μάνα. Πρόσεχε μόνο μη σκοτώσεις κανενανε.
Χαιρέτησα τους γονείς μου και μπήκα στο αυτοκίνητο.
Οι δυό τους με κοιτούσαν –όπως πάντα- από την εξώπορτα.
Η μάνα μου με σταύρωσε.
Καλά έκανε.

Κατέβηκα ρολάροντας την Θησέως και βγήκα στις Τζιτζιφιές.
Η παραλιακή στο Φάληρο είχε σχετική κίνηση.
Αυτο ήθελα. Ρίσκο.... ήθελα να το ισοπεδώσω αυτο που ένιωθα.
Αν εγώ έβλεπα ότι τα σκίτσα δεν ήταν καλά, εκείνος το’χε δει πριν ακόμα τα σχεδιάσει. Αυτο το ήξερα πολύ καλά.
Τωρα θα πέθαινε.
Πήγαινα με 4η και καμμιά 80αριά. Τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα... και τότε σαν να μην ήθελα να με δει κανείς, σανίδωσα το γκαζί και χωρίς να το αφήσω του κάρφωσα την 2α. Το τουρμπο απογειώθηκε... σχεδόν μου’βαλε τα δάκρυα πίσω στα μάτια. Δεν νομίζω να έχω οδηγήσει ποτέ τόσο γρήγορα...τόσο στα όρια... και ίσως λίγο πιο πάνω απ’ αυτά....
Ετρεχα να ξεφύγω από την αλήθεια.
Μια λάθος σχεδιαστική γραμμή ήταν ο κολαφός μου....
Ετρεχα (νομίζω) πάνω στις γραμμές του.

Είχα δίκιο.
Δεν ξαναφτιαξε βιβλίο.
Δεν μου ξανάδειξε ποτέ γελοιογραφία... γιατί προφανώς δεν ξανα’κανε καποια άξια λόγου...
Εξη μήνες μετά πέθανε.
Την τελευταία φορά που τον είδα,μου ζωγράφισε νοητά (όπως συνήθιζε) κάτι στον αέρα. Χαχαχαχαχαχα... ήταν και πάλι τέλειες οι γραμμές.

Δεν μπορώ να κοιμηθώ με τίποτα.
Φοράω το πουλόβερ μου και βγαίνω στην βεράντα.
Ο ήλιος είναι πίσω από την Νάξο (την πατρίδα του παππού Μανώλη Πρωτονοτάριου).
Οι πιτσιρικάδες θα ξυπνησουν όπου να’ναι.... και έχουν να ακολουθήσουν τις δικές τους γραμμές.

Οταν η Πίτσα Παπαδοπούλου το τραγουδάει με ξετρελλαίνει:
Ερωτα μου αγιάτρευτε και καϋμέ μου μεγάλε/
Ιστορία μου όμορφη της ζωής μου φινάλε/
Ερωτα μου-ερωτα μου μόνο εσύ με κυβερνάς/
Είσαι εσύ το κάτι άλλο στην καρδιά μου/ μές το αίμα μου κυλάς!

Σαν γελοιογραφία δεν είναι;




Kάντε αριστερό κλικ στις φωτό. Είναι υπέροχη δουλειά!

11 σχόλια:

it is είπε...

Έίναι καλή η μοναξιά και καυλιάρα όπως τα λες. Το αντίτιμο όμως είναι αυτό το αίσθημα μοναξιάς όταν ψάχνεις για βοήθεια στις 2:30 το πρωί. Μερικές φορές δεν ξέρεις καν που να ζητήσεις για βοήθεια τέτοια ώρα. Ίσως να είναι και καλύτερα από το να ζητήσεις από κάπου και να μην έρθει ποτέ.
Λένε πως πεθαίνουμε όταν σταματήσουμε να έχουμε κάτι να προσφέρουμε-δημιουργήσουμε. Είναι η λογική σειρά και η καταλληλότερη ώρα να πεθάνεις....
Από τα γέλια μας πήγες στα κλάμματα λιγάκι απότομα.....
Δεν τρέχει όλα μέσα στο παιχνίδι είναι.

MainMenu είπε...

Μάνο έχεις δει το σελέμπριτη του γούντυ άλλεν;αν ναι τότε θα με καταλάβεις. τελειώνει με ένα αεροπλάνο να γραφει χελπ στον αερα

Sophia Choleva είπε...

Αϋπνίες , βόλτες στη βεράντα , μοναξιά , τραγούδια στο iPod ,γλυκές θύμησες από το παρελθόν , ακατάλληλη ώρα για βοήθεια, ώρες που είσαι μόνος σου με τον εαυτό σου, με τις σκέψεις σου …; Το σκηνικό που περιγράφεις μοιάζει τρομερά με το σκηνικό που με πλαισιώνει το τελευταίο διάστημα , αν εξαιρέσεις την Πάρο βέβαια!Νόμιζα πως ίσως μεγαλώνοντας τα πράγματα θα άλλαζαν , αλλά τελικά ούτε οι άνθρωποι αλλάζουν ,ούτε και τα συναισθήματα σε ότι ηλικία και να βρίσκεσαι !

Ανώνυμος είπε...

Μεγάλη μούρη ο πατέρας σου.Τυχερός που έζησες κοντά σε έναν τέτοιο άνθρωπο.
Έχω μια υποχθόνια και εντελώς σκουλικιάρικη τακτική να χρησιμοποιώ άσχημα παραδείγματα για να ανεβάσω αυτούς που αγαπώ. Φαντάσου λοιπόν να μην ήσουν μόνος αλλά και πάλι να ένοιωθες την ανάγκη να φωνάξεις "βοήθεια".

(την ζωή να την πηρουνιάζεις - τα τσοπ στικς είναι για αγάμητους, δυσκοίλιους και λίγους)

;)

Ανώνυμος είπε...

Τι κάνεις στην πατρίδα μου εσύ; Έρχομαι αύριο, περιμενέ με.

azrael είπε...

Καταπληκτικό post. Καταπληκτικό.

Με έκανες να σκεφτώ και εγώ παρόμοια , προσωπικά μοτίβα Μάνο....

Ανώνυμος είπε...

την φοβόμουν την μοναξιά πολύ...φοβόμουν μάλλον τον ευατο μου... για αυτό..τώρα και εγώ την απολαμβάνω...την θέλω...θα φύγω για σιφνο σε κανα τριήμερο...και παίρνω εικόνες απο σενα...

Μαύρος Γάτος είπε...

Σφύρα μου κι έρχομαι.

O τέταρτος άνθρωπος

Ανώνυμος είπε...

Βάλε και κανέναν κώλο να χαρούμε...

An-Lu είπε...

Η μοναξιά είναι ο καλύτερος σύμβουλος...φτάνει να μην την αποφεύγεις....πάντα φέρνει δώρα... ?-)

ΥΓ Αν σου πω ότι "μεγάλωσα" με σκίτσα του πατέρα σου, δεν θα το πιστέψεις...υπάρχουν ακόμα στο πατρικό της μητέρας μου βιβλία με γελοιογραφίες του...

Μαύρος Γάτος είπε...

Herinna, χάρηκα πολύ που σε είδα μετά από τόσο καιρό. όπως είδες εγώ τελικά συνέχισα.... Γιατί δεν ξαναρχίζεις κι εσύ;

Καλό βράδυ όπως και να ναι, εύχομαι να είσαι καλά